Με το κίνημα #FridaysForFuture που ξεκίνησε η Greta Thunberg το 2018, οι μαθήτριες/ές και φοιτητές/τριες σε όλο τον κόσμο ζήτησαν από όσους/ες βρίσκονται στα κέντρα αποφάσεων να αναλάβουν δράση και ενεργό ρόλο στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Το EUSTEPs υιοθετεί μια προσέγγιση “μαθαίνω πράττωντας” με στόχο να εξοπλίσει τους φοιτητές πανεπιστημίων της ΕΕ (και την κοινότητα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης γενικότερα) με την επιστημονική γνώση, τις πολυεπιστημονικές δεξιότητες και την διεπιστημονική νοοτροπία που είναι απαραίτητη ώστε να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην κοινωνική μας προσπάθεια προς την αειφορία, επιτρέποντάς τους έτσι να είναι καλύτερα προετοιμασμένες για τη μελλοντική αγορά εργασίας.

Το EUSTEPs υιοθετεί μια προσέγγιση 360 μοιρών για την αειφορία, επιτρέποντας στην ακαδημαϊκή κοινότητα να κατανοήσει, να συνειδητοποιήσει και να μάθει την πολυπλοκότητα των σχέσεων μεταξύ οικονομίας, κοινωνίας και περιβάλλοντος. Αυτό γίνεται με την παρουσίαση της βιωσιμότητας μέσα στο πλαίσιο της καθημερινής ζωής και όχι με μια απλή αφηρημένη διδασκαλία άυλων θεωριών και εννοιών.

Το έργο σκοπεύει να απευθυνθεί σε 4 ομάδες στόχους:

  • Προπτυχιακοί και Μεταπτυχιακοί φοιτητές, για να τους βοηθήσει να κατανοήσουν πώς η βιωσιμότητα σχετίζεται με ολόκληρο το φάσμα των καθημερινών δραστηριοτήτων τους, καθώς και διδακτορικοί φοιτητές οι οποίοι θα συμμετάσχουν ενεργά στην ανάπτυξη του υπολογιστή του Οικολογικού Αποτυπώματος των Πανεπιστημίων
  • Το διδακτικό προσωπικό, ώστε να υιοθετήσει τις ενότητες διδασκαλίας και εκμάθησης που αναπτύσσονται στα μαθήματά του και να τις διαδώσουν σε άλλα Tμήματα.
  • Διοικητικό προσωπικό, ώστε να ασχολείται με την ανάπτυξη του Υπολογιστή και να συμβάλλει ενεργά στη μέτρηση και την επίδραση του Αποτυπώματος του πανεπιστημίου και του εργασιακού τους περιβάλλοντος.
  • Διοικητικοί φορείς των ΑΕΙ, ώστε να κατανοήσουν την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο των πρακτικών διαχείρισης στη μείωση του Αποτυπώματος των πανεπιστημίων.

Το EUSTEPs έχει σχεδιαστεί για να μεταφέρει τα αποτελέσματά του σε άλλα πανεπιστήμια της ΕΕ και εκτός ΕΕ, μέσω 4 διεθνών πολλαπλασιαστικών εκδηλώσεων για να εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των πνευματικών αποτελεσμάτων του έργου, καθώς και την αναπαραγωγή και επέκτασή τους.

Η σημασία της εκπαίδευσης για την αειφορία

Δεν υπάρχει τρόπος για ένα βιώσιμο μέλλον χωρίς εκπαίδευση. Ένας σημαντικός ρόλος της εκπαίδευσης είναι η ενδυνάμωση των ατόμων και των μελλοντικών υπευθύνων λήψης αποφάσεων, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις σύνθετες και κρίσιμες προκλήσεις του 21ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της αλλαγής, ώστε να μπορούν να οικοδομήσουν συλλογικά ένα βιώσιμο μέλλον.

Η εκπαίδευση θεωρείται ουσιαστικό μέσο για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης για δύο βασικούς λόγους: i) η εκπαίδευση για όλους βοηθά στη διασφάλιση βασικού γραμματισμού παγκοσμίως, περιορίζοντας τα κοινωνικά κενά και ευνοώντας μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής. ii) η εκπαίδευση είναι ο μόνος τρόπος για να προωθηθεί η συνειδητή επίγνωση των προκλήσεων των φυσικών οικοσυστημάτων σε όλους τους τομείς της κοινωνίας των πολιτών. Στην ουσία, η εκπαίδευση έχει σημαντικό αντίκτυπο στην προώθηση βιώσιμων τρόπων ζωής.

Δεδομένου ότι οι σημερινοί μαθητές είναι αυριανοί υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων, το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να τους βοηθήσει να αναπτύξουν τις γνώσεις, τις στάσεις και τις δεξιότητες ώστε να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν τις προκλήσεις της αειφορίας.

Παρόλο που επί του παρόντος χρησιμοποιούνται αρκετοί όροι για την περιγραφή εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών που σχετίζονται με τη σχέση ανθρωπότητας και φύσης – συμπεριλαμβανομένης της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, της εκπαίδευσης για την αειφόρο ανάπτυξη, της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για τη βιωσιμότητα, καθώς και της εκπαίδευσης για τη βιωσιμότητα – όλοι έχουν ως στόχο να παρέχουν στους ανθρώπους τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για την επίλυση των προβλημάτων που απειλούν τη βιωσιμότητα του πλανήτη μας.

Οι ρίζες της αειφορικής εκπαίδευσης μπορούν να αποδοθούν στο κίνημα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης που άρχισε να εμφανίζεται στη δεκαετία του 1970. Αν και επικεντρώθηκε στο περιβάλλον, το κίνημα αυτό αναγνώρισε ότι τα περιβαλλοντικά ζητήματα περιλάμβαναν μια σειρά από άλλες διαστάσεις της αειφορίας. Επομένως, στον σημερινό κόσμο, οι στρατηγικές για την επίλυση προβλημάτων έχουν αλλάξει και το πρότυπο εκπαίδευσης της αειφορίας που παρέχει ίση προσοχή σε οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και θεσμικές ανησυχίες γίνεται πλέον όλο και περισσότερο αποδεκτό σε όλο τον κόσμο (π.χ., o ΣΒΣ/SDG 4 δίνει έμφαση στην εκπαίδευση όσον αφορά τα πιθανά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που αυτή επιφέρει.)

Επειδή ο τρόπος με τον οποίο οι σημερινοί μαθητές μαθαίνουν να σκέφτονται τη βιωσιμότητα θα επηρεάσει άμεσα τις μελλοντικές ενέργειές τους στην κοινωνία ως τοπικοί και παγκόσμιοι πολίτες, η εκπαίδευση για τη βιωσιμότητα αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για να εκτιμήσουν, να κατανοήσουν και να σκεφτούν κριτικά για σύνθετα περιβαλλοντικά, κοινωνικά, οικονομικά και θεσμικά προβλήματα. Γι ‘αυτό η τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να χρησιμεύσει ως μοντέλο βιωσιμότητας ενσωματώνοντας πλήρως όλες τις πτυχές της ζωής στην πανεπιστημιούπολη. Η ενσωμάτωση της  εκπαίδευσης για την αειφορία σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑEI) διασφαλίζει ότι όλοι οι απόφοιτοι θα αναπτύξουν τις δεξιότητες για να λάβουν υπόψη όλες τις πτυχές της αειφορίας κατά τη λήψη αποφάσεων και να αποκτήσουν ικανότητες σε συστημική, προληπτική και κριτική σκέψη. Ως εκ τούτου, οι αξίες αειφορίας πρέπει να ενσωματωθούν σε όλα τα στοιχεία του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, της έρευνας, των πανεπιστημίων, της προσέγγισης της κοινότητας, καθώς και της αξιολόγησης και της αναφοράς.

Η σημασία της εκπαίδευσης για την αειφορία

Δεν υπάρχει τρόπος για ένα βιώσιμο μέλλον χωρίς εκπαίδευση. Ένας σημαντικός ρόλος της εκπαίδευσης είναι η ενδυνάμωση των ατόμων και των μελλοντικών υπευθύνων λήψης αποφάσεων, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις σύνθετες και κρίσιμες προκλήσεις του 21ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της αλλαγής, ώστε να μπορούν να οικοδομήσουν συλλογικά ένα βιώσιμο μέλλον.

Η εκπαίδευση θεωρείται ουσιαστικό μέσο για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης για δύο βασικούς λόγους: i) η εκπαίδευση για όλους βοηθά στη διασφάλιση βασικού γραμματισμού παγκοσμίως, περιορίζοντας τα κοινωνικά κενά και ευνοώντας μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής. ii) η εκπαίδευση είναι ο μόνος τρόπος για να προωθηθεί η συνειδητή επίγνωση των προκλήσεων των φυσικών οικοσυστημάτων σε όλους τους τομείς της κοινωνίας των πολιτών. Στην ουσία, η εκπαίδευση έχει σημαντικό αντίκτυπο στην προώθηση βιώσιμων τρόπων ζωής.

Δεδομένου ότι οι σημερινοί μαθητές είναι αυριανοί υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων, το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να τους βοηθήσει να αναπτύξουν τις γνώσεις, τις στάσεις και τις δεξιότητες ώστε να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν τις προκλήσεις της αειφορίας.

Παρόλο που επί του παρόντος χρησιμοποιούνται αρκετοί όροι για την περιγραφή εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών που σχετίζονται με τη σχέση ανθρωπότητας και φύσης – συμπεριλαμβανομένης της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, της εκπαίδευσης για την αειφόρο ανάπτυξη, της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για τη βιωσιμότητα, καθώς και της εκπαίδευσης για τη βιωσιμότητα – όλοι έχουν ως στόχο να παρέχουν στους ανθρώπους τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για την επίλυση των προβλημάτων που απειλούν τη βιωσιμότητα του πλανήτη μας.

Οι ρίζες της αειφορικής εκπαίδευσης μπορούν να αποδοθούν στο κίνημα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης που άρχισε να εμφανίζεται στη δεκαετία του 1970. Αν και επικεντρώθηκε στο περιβάλλον, το κίνημα αυτό αναγνώρισε ότι τα περιβαλλοντικά ζητήματα περιλάμβαναν μια σειρά από άλλες διαστάσεις της αειφορίας. Επομένως, στον σημερινό κόσμο, οι στρατηγικές για την επίλυση προβλημάτων έχουν αλλάξει και το πρότυπο εκπαίδευσης της αειφορίας που παρέχει ίση προσοχή σε οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και θεσμικές ανησυχίες γίνεται πλέον όλο και περισσότερο αποδεκτό σε όλο τον κόσμο (π.χ., o ΣΒΣ/SDG 4 δίνει έμφαση στην εκπαίδευση όσον αφορά τα πιθανά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που αυτή επιφέρει.)

Επειδή ο τρόπος με τον οποίο οι σημερινοί μαθητές μαθαίνουν να σκέφτονται τη βιωσιμότητα θα επηρεάσει άμεσα τις μελλοντικές ενέργειές τους στην κοινωνία ως τοπικοί και παγκόσμιοι πολίτες, η εκπαίδευση για τη βιωσιμότητα αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για να εκτιμήσουν, να κατανοήσουν και να σκεφτούν κριτικά για σύνθετα περιβαλλοντικά, κοινωνικά, οικονομικά και θεσμικά προβλήματα. Γι ‘αυτό η τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να χρησιμεύσει ως μοντέλο βιωσιμότητας ενσωματώνοντας πλήρως όλες τις πτυχές της ζωής στην πανεπιστημιούπολη. Η ενσωμάτωση της  εκπαίδευσης για την αειφορία σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑEI) διασφαλίζει ότι όλοι οι απόφοιτοι θα αναπτύξουν τις δεξιότητες για να λάβουν υπόψη όλες τις πτυχές της αειφορίας κατά τη λήψη αποφάσεων και να αποκτήσουν ικανότητες σε συστημική, προληπτική και κριτική σκέψη. Ως εκ τούτου, οι αξίες αειφορίας πρέπει να ενσωματωθούν σε όλα τα στοιχεία του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης, της έρευνας, των πανεπιστημίων, της προσέγγισης της κοινότητας, καθώς και της αξιολόγησης και της αναφοράς.

Τι σημαίνει «Αειφορία»;

Κάθε ζωντανό σύστημα – ένας ζωντανός οργανισμός, μια πόλη, ένα ανθρώπινο σώμα, μια περιοχή – μπορεί να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα της σχέσης μεταξύ μιας πηγής ενέργειας και μιας ψύκτρας: μπορεί να εξελιχθεί και να αναπτυχθεί μόνο χάρη στις συνεχείς εισροές ενέργειας και πόρων από το περιβάλλον και τις εκροές θερμότητας, εκπομπών και αποβλήτων πίσω στο περιβάλλον. Ως τέτοια, η βιωσιμότητα ενός συστήματος καθορίζεται από τον τρόπο με τον οποίο το σύστημα χρησιμοποιεί και ανταλλάσσει ενέργεια και πόρους. Επομένως, η εργασία για μια κοινωνία συμβατή με έναν μόνο πλανήτη απαιτεί πλήρη κατανόηση και ποσοτικοποίηση των βιοφυσικών ριζών των οικονομικών δραστηριοτήτων. Δυστυχώς, ο αυξανόμενος μεταβολισμός της ανθρωπότητας, τις τελευταίες δεκαετίες, οδήγησε το ολοκληρωμένο σύστημα ανθρωπότητας-φύσης να μετατοπιστεί από έναν άδειο σε έναν πλήρη κόσμο (βλέπε infographics, προσαρμοσμένο από τους Daly HE και Farley J., Ecological Economics. Αρχές και εφαρμογές. Island Press, Washington DC, ΗΠΑ, 2004.)

Η επιταγή της βιωσιμότητας προσφέρει, επομένως, την ευκαιρία να εξερευνήσουμε την ανθρωπότητα και να μελετήσουμε τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων – τις ατομικές και συλλογικές εκφράσεις τους, όπως οι οικονομίες και οι κοινωνίες – και το πλαίσιο που παρέχεται από το φυσικό τους περιβάλλον. Η μελέτη και η έρευνα της αειφορίας δεν μπορεί να περιοριστεί σε περιβαλλοντικά ζητήματα ή να περιοριστεί σε βιοφυσικές αναλύσεις και πρέπει να αγκαλιάσει μια συστηματική σκέψη στην οποία οι οικονομικές θεωρίες πρέπει να συνάδουν με τις βιοφυσικές αρχές και τις θεωρίες κοινωνικών επιστημών.

Η βιωσιμότητα είναι μια βαθιά ανθρωπογενής έννοια. Η φύση δεν χρειάζεται να προσανατολίζεται προς βιώσιμα μονοπάτια. Η φύση είναι από μόνη της βιώσιμη. Εμείς, οι άνθρωποι, χρειαζόμαστε βιωσιμότητα για να ρυθμίσουμε τις συμπεριφορές μας σε αυτόν τον πλανήτη – τον μοναδικό που έχουμε.
Τρία βασικά σημεία πρέπει να επισημανθούν για την αντιμετώπιση της αειφορίας:

α) η κοινή (ολιστική) εικόνα της πραγματικότητας (δηλαδή, σε τι πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες αειφορίας;) απαιτεί μια διεπιστημονική προσέγγιση για να συμπεριλάβει τις πολλές διαστάσεις του πλαισίου στο οποίο ζούμε·
β) ο σκοπός (δηλαδή, γιατί πρέπει να είμαστε βιώσιμοι;) είναι να δημιουργήσουμε και να διατηρήσουμε τις συνθήκες για καλύτερη ζωή και σε αρμονία με τη φύση και άλλα άτομα μακροπρόθεσμα·
γ) η κριτική αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο μπορούμε να επιτύχουμε αυτές τις συνθήκες (δηλαδή, πώς μπορούμε να είμαστε βιώσιμοι;) απαιτεί πλαίσια και εργαλεία για την αξιολόγηση της προόδου προς την επιθυμητή αλλαγή.

Το Οικολογικό Αποτύπωμα είναι μια παραδειγματική προσέγγιση, η οποία συγκρίνει την ικανότητα των οικοσυστημάτων της βιόσφαιρας να υποστηρίζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες βιοϊκανότητα) με τις ανάγκες πόρων της σημερινής κοινωνίας (Οικολογικό Αποτύπωμα), και οι δύο εκφράζονται ως βιοπαραγωγικά εδάφη, δηλ. αποτελεσματικός τρόπος αναγνώρισης των βιοφυσικών θεμελίων της ζωής μας. Η διατήρηση των περιβαλλοντικών βάσεων στις οποίες βασίζονται οι δραστηριότητές μας σημαίνει ότι δίνουμε στους άλλους τις ίδιες ευκαιρίες με αυτές που εμείς είχαμε. Ταυτόχρονα, η μέτρηση της κατανάλωσης φυσικού κεφαλαίου και των υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα μας επιτρέπει να αξιολογήσουμε σε ποιο βαθμό μπορούμε να κάνουμε λειτουργικό τον γνωστό ορισμό της αειφόρου ανάπτυξης της Brundtland: την ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα μελλοντικές γενιές για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.

«Δεν βλέπουμε την επιστήμη ως εργαλείο για να κυριαρχήσουμε στον κόσμο και τη φύση, αλλά ως μαθησιακό μονοπάτι για να ζούμε σε αρμονία με την ίδια τη φύση». ~ E. Tiezzi και N. Marchettini.

Illustrations adapted from Daly H.E. and Farley J., Ecological Economics. Principles and Applications. Island Press, Washington DC, USA (2004).

Τι σημαίνει «Αειφορία»;

Κάθε ζωντανό σύστημα – ένας ζωντανός οργανισμός, μια πόλη, ένα ανθρώπινο σώμα, μια περιοχή – μπορεί να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα της σχέσης μεταξύ μιας πηγής ενέργειας και μιας ψύκτρας: μπορεί να εξελιχθεί και να αναπτυχθεί μόνο χάρη στις συνεχείς εισροές ενέργειας και πόρων από το περιβάλλον και τις εκροές θερμότητας, εκπομπών και αποβλήτων πίσω στο περιβάλλον. Ως τέτοια, η βιωσιμότητα ενός συστήματος καθορίζεται από τον τρόπο με τον οποίο το σύστημα χρησιμοποιεί και ανταλλάσσει ενέργεια και πόρους. Επομένως, η εργασία για μια κοινωνία συμβατή με έναν μόνο πλανήτη απαιτεί πλήρη κατανόηση και ποσοτικοποίηση των βιοφυσικών ριζών των οικονομικών δραστηριοτήτων. Δυστυχώς, ο αυξανόμενος μεταβολισμός της ανθρωπότητας, τις τελευταίες δεκαετίες, οδήγησε το ολοκληρωμένο σύστημα ανθρωπότητας-φύσης να μετατοπιστεί από έναν άδειο σε έναν πλήρη κόσμο (βλέπε infographics, προσαρμοσμένο από τους Daly HE και Farley J., Ecological Economics. Αρχές και εφαρμογές. Island Press, Washington DC, ΗΠΑ, 2004.)

Η επιταγή της βιωσιμότητας προσφέρει, επομένως, την ευκαιρία να εξερευνήσουμε την ανθρωπότητα και να μελετήσουμε τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων – τις ατομικές και συλλογικές εκφράσεις τους, όπως οι οικονομίες και οι κοινωνίες – και το πλαίσιο που παρέχεται από το φυσικό τους περιβάλλον. Η μελέτη και η έρευνα της αειφορίας δεν μπορεί να περιοριστεί σε περιβαλλοντικά ζητήματα ή να περιοριστεί σε βιοφυσικές αναλύσεις και πρέπει να αγκαλιάσει μια συστηματική σκέψη στην οποία οι οικονομικές θεωρίες πρέπει να συνάδουν με τις βιοφυσικές αρχές και τις θεωρίες κοινωνικών επιστημών.

Η βιωσιμότητα είναι μια βαθιά ανθρωπογενής έννοια. Η φύση δεν χρειάζεται να προσανατολίζεται προς βιώσιμα μονοπάτια. Η φύση είναι από μόνη της βιώσιμη. Εμείς, οι άνθρωποι, χρειαζόμαστε βιωσιμότητα για να ρυθμίσουμε τις συμπεριφορές μας σε αυτόν τον πλανήτη – τον μοναδικό που έχουμε.
Τρία βασικά σημεία πρέπει να επισημανθούν για την αντιμετώπιση της αειφορίας:

α) η κοινή (ολιστική) εικόνα της πραγματικότητας (δηλαδή, σε τι πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες αειφορίας;) απαιτεί μια διεπιστημονική προσέγγιση για να συμπεριλάβει τις πολλές διαστάσεις του πλαισίου στο οποίο ζούμε·
β) ο σκοπός (δηλαδή, γιατί πρέπει να είμαστε βιώσιμοι;) είναι να δημιουργήσουμε και να διατηρήσουμε τις συνθήκες για καλύτερη ζωή και σε αρμονία με τη φύση και άλλα άτομα μακροπρόθεσμα·
γ) η κριτική αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο μπορούμε να επιτύχουμε αυτές τις συνθήκες (δηλαδή, πώς μπορούμε να είμαστε βιώσιμοι;) απαιτεί πλαίσια και εργαλεία για την αξιολόγηση της προόδου προς την επιθυμητή αλλαγή.

Το Οικολογικό Αποτύπωμα είναι μια παραδειγματική προσέγγιση, η οποία συγκρίνει την ικανότητα των οικοσυστημάτων της βιόσφαιρας να υποστηρίζουν τις ανθρώπινες κοινωνίες βιοϊκανότητα) με τις ανάγκες πόρων της σημερινής κοινωνίας (Οικολογικό Αποτύπωμα), και οι δύο εκφράζονται ως βιοπαραγωγικά εδάφη, δηλ. αποτελεσματικός τρόπος αναγνώρισης των βιοφυσικών θεμελίων της ζωής μας. Η διατήρηση των περιβαλλοντικών βάσεων στις οποίες βασίζονται οι δραστηριότητές μας σημαίνει ότι δίνουμε στους άλλους τις ίδιες ευκαιρίες με αυτές που εμείς είχαμε. Ταυτόχρονα, η μέτρηση της κατανάλωσης φυσικού κεφαλαίου και των υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα μας επιτρέπει να αξιολογήσουμε σε ποιο βαθμό μπορούμε να κάνουμε λειτουργικό τον γνωστό ορισμό της αειφόρου ανάπτυξης της Brundtland: την ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα μελλοντικές γενιές για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.

«Δεν βλέπουμε την επιστήμη ως εργαλείο για να κυριαρχήσουμε στον κόσμο και τη φύση, αλλά ως μαθησιακό μονοπάτι για να ζούμε σε αρμονία με την ίδια τη φύση». ~ E. Tiezzi και N. Marchettini.

Illustrations adapted from Daly H.E. and Farley J., Ecological Economics. Principles and Applications. Island Press, Washington DC, USA (2004).

Τι είναι το οικολογικό αποτύπωμα;

Οι άνθρωποι χρειάζονται τροφή, καταφύγιο και θέρμανση (σε ορισμένα μέρη) για να επιβιώσουν. Οι οικολογικοί πόροι του πλανήτη μας μας επιτρέπουν να ικανοποιήσουμε αυτές τις βασικές ανάγκες. Στη σύγχρονη κοινωνία μας, χρειαζόμαστε επίσης γη για να στεγάσουμε τις  υποδομές μας και τις δασικές εκτάσεις για να απορροφήσουν το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από την καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας και για να τροφοδοτήσουμε την οικονομία μας η οποία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις μεταφορές.

Πόσους πόρους καταναλώνουμε λοιπόν; Και είναι βιώσιμη η κατανάλωσή μας; Αυτή η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία του Οικολογικού Αποτυπώματος. Ακριβώς όπως ένα τραπεζικό δελτίο εντοπίζει τα έσοδα έναντι των δαπανών, το  Οικολογικό Αποτύπωμα μετρά τη ζήτηση ενός πληθυσμού για οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες αφενός και αφετέρου πόσους πόρους παρέχονται από τα υπάρχοντα φυσικά οικοσυστήματα.

Από την πλευρά της ζήτησης, το οικολογικό αποτύπωμα μετρά τη ζήτηση ενός πληθυσμού για φυτικά τρόφιμα και φυτικές ίνες, ζωικά προϊόντα και προϊόντα ψαριών, ξυλεία και άλλα δασικά προϊόντα. Λαμβάνει, επίσης, υπόψη τον χώρο που καταλαμβάνουν οι αστικές υποδομές, καθώς και την επιφάνεια των δασικών εκτάσεων που είναι απαραίτητες για την απορρόφηση όλων των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που παράγονται από αυτόν τον πληθυσμό μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων. Το Οικολογικό Αποτύπωμα μπορεί να υπολογιστεί για ένα άτομο, μια πόλη, μια περιοχή, μια χώρα ή για ολόκληρο τον πλανήτη.

Από την άποψη της προσφοράς, η βιοπαραγωγική ικανότητα μιας δεδομένης γεωγραφικής οντότητας (χώρα, επαρχία, πόλη) αντιπροσωπεύει την ικανότητα της βιολογικά παραγωγικής γης και θάλασσας να παρέχει οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες, δεδομένων των τρεχουσών τεχνολογιών και πρακτικών διαχείρισης. Η βιοϊκανότητα περιλαμβάνει δασικές εκτάσεις, βοσκότοπους, καλλιεργήσιμες εκτάσεις, περιοχές αλιείας και κατοικημένες εκτάσεις.

Το χάσμα μεταξύ του οικολογικού αποτυπώματος και της βιοπαραγωγικής ικανότητας καθορίζεται από διάφορους παράγοντες. Το προσωπικό μας αποτύπωμα είναι το προϊόν των πόρων που χρησιμοποιούνται και του πόσο αποτελεσματικά παράγονται αυτοί οι πόροι. Η βιοϊκανότητα ανά άτομο καθορίζεται από το πόσα εκτάρια παραγωγικής γης είναι διαθέσιμα, πόσο παραγωγικό είναι κάθε εκτάριο και πόσα άτομα (σε μια πόλη, κωμόπολη ή κόσμο) μοιράζονται αυτήν την βιοϊκανότητα.

Όταν η βιοϊοκανότητα μιας χώρας είναι μεγαλύτερη από το οικολογικό αποτύπωμα του πληθυσμού της, η χώρα έχει ένα «οικολογικό απόθεμα». Ωστόσο, πολλές χώρες είναι «στο κόκκινο», πράγμα που σημαίνει ότι χρησιμοποιούν περισσότερους φυσικούς πόρους (οικολογικό αποτύπωμα) από ό,τι τα οικοσυστήματά τους μπορούν να αναγεννήσουν (βιοϊκανότητα). Οι τελευταίες έχουν “οικολογικό έλλειμμα”. Οι χώρες μπορούν να διαχειριστούν τα οικολογικά ελλείμματα με την κατανάλωση των αποθεμάτων των φυσικών πόρων τους (π.χ. υπεραλίευση), εισάγοντας πόρους από άλλες περιοχές ή/και εκπέμποντας περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα από ό,τι μπορούν να απορροφήσουν τα οικοσυστήματά τους.

Όταν ολόκληρος ο πλανήτης έχει οικολογικό έλλειμμα, όπως αυτό συμβαίνει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 σύμφωνα με στοιχεία από το Global Footprint Network, γίνεται λόγος για «υπερεκμετάλλευση» καθώς δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή εισαγωγή πόρων στον πλανήτη.

Η υπέρβαση συμβαίνει όταν το οικολογικό αποτύπωμα της ανθρωπότητας είναι μεγαλύτερο από τη βιoϊκανότητα της Γης. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα, το Οικολογικό Αποτύπωμα της ανθρωπότητας ανέρχεται στο 1,75 βιοϊκανότητας της Γης, με τις εκπομπές άνθρακα να αντιπροσωπεύουν το 60% του Οικολογικού Αποτυπώματος.

Η Ημέρα Υπέρβασης της  Γης σηματοδοτεί την ημερομηνία κατά την οποία η απαίτηση της ανθρωπότητας για οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες (Οικολογικό αποτύπωμα) σε ένα δεδομένο έτος υπερβαίνει αυτό που μπορεί να αναγεννήσει η Γη εκείνο το έτος (βιοϊκανότητα). Το 2019, ήταν στις 29 Ιουλίου.

Source: WWF Japan and Global Footprint Network; Ecological Footprint for Sustainable Living in Japan www.footprintnetwork.org

Τι είναι το οικολογικό αποτύπωμα;

Οι άνθρωποι χρειάζονται τροφή, καταφύγιο και θέρμανση (σε ορισμένα μέρη) για να επιβιώσουν. Οι οικολογικοί πόροι του πλανήτη μας μας επιτρέπουν να ικανοποιήσουμε αυτές τις βασικές ανάγκες. Στη σύγχρονη κοινωνία μας, χρειαζόμαστε επίσης γη για να στεγάσουμε τις  υποδομές μας και τις δασικές εκτάσεις για να απορροφήσουν το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από την καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας και για να τροφοδοτήσουμε την οικονομία μας η οποία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις μεταφορές.

Πόσους πόρους καταναλώνουμε λοιπόν; Και είναι βιώσιμη η κατανάλωσή μας; Αυτή η ερώτηση μπορεί να απαντηθεί χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία του Οικολογικού Αποτυπώματος. Ακριβώς όπως ένα τραπεζικό δελτίο εντοπίζει τα έσοδα έναντι των δαπανών, το  Οικολογικό Αποτύπωμα μετρά τη ζήτηση ενός πληθυσμού για οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες αφενός και αφετέρου πόσους πόρους παρέχονται από τα υπάρχοντα φυσικά οικοσυστήματα.

Από την πλευρά της ζήτησης, το οικολογικό αποτύπωμα μετρά τη ζήτηση ενός πληθυσμού για φυτικά τρόφιμα και φυτικές ίνες, ζωικά προϊόντα και προϊόντα ψαριών, ξυλεία και άλλα δασικά προϊόντα. Λαμβάνει, επίσης, υπόψη τον χώρο που καταλαμβάνουν οι αστικές υποδομές, καθώς και την επιφάνεια των δασικών εκτάσεων που είναι απαραίτητες για την απορρόφηση όλων των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που παράγονται από αυτόν τον πληθυσμό μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων. Το Οικολογικό Αποτύπωμα μπορεί να υπολογιστεί για ένα άτομο, μια πόλη, μια περιοχή, μια χώρα ή για ολόκληρο τον πλανήτη.

Από την άποψη της προσφοράς, η βιοπαραγωγική ικανότητα μιας δεδομένης γεωγραφικής οντότητας (χώρα, επαρχία, πόλη) αντιπροσωπεύει την ικανότητα της βιολογικά παραγωγικής γης και θάλασσας να παρέχει οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες, δεδομένων των τρεχουσών τεχνολογιών και πρακτικών διαχείρισης. Η βιοϊκανότητα περιλαμβάνει δασικές εκτάσεις, βοσκότοπους, καλλιεργήσιμες εκτάσεις, περιοχές αλιείας και κατοικημένες εκτάσεις.

Το χάσμα μεταξύ του οικολογικού αποτυπώματος και της βιοπαραγωγικής ικανότητας καθορίζεται από διάφορους παράγοντες. Το προσωπικό μας αποτύπωμα είναι το προϊόν των πόρων που χρησιμοποιούνται και του πόσο αποτελεσματικά παράγονται αυτοί οι πόροι. Η βιοϊκανότητα ανά άτομο καθορίζεται από το πόσα εκτάρια παραγωγικής γης είναι διαθέσιμα, πόσο παραγωγικό είναι κάθε εκτάριο και πόσα άτομα (σε μια πόλη, κωμόπολη ή κόσμο) μοιράζονται αυτήν την βιοϊκανότητα.

Όταν η βιοϊοκανότητα μιας χώρας είναι μεγαλύτερη από το οικολογικό αποτύπωμα του πληθυσμού της, η χώρα έχει ένα «οικολογικό απόθεμα». Ωστόσο, πολλές χώρες είναι «στο κόκκινο», πράγμα που σημαίνει ότι χρησιμοποιούν περισσότερους φυσικούς πόρους (οικολογικό αποτύπωμα) από ό,τι τα οικοσυστήματά τους μπορούν να αναγεννήσουν (βιοϊκανότητα). Οι τελευταίες έχουν “οικολογικό έλλειμμα”. Οι χώρες μπορούν να διαχειριστούν τα οικολογικά ελλείμματα με την κατανάλωση των αποθεμάτων των φυσικών πόρων τους (π.χ. υπεραλίευση), εισάγοντας πόρους από άλλες περιοχές ή/και εκπέμποντας περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα από ό,τι μπορούν να απορροφήσουν τα οικοσυστήματά τους.

Όταν ολόκληρος ο πλανήτης έχει οικολογικό έλλειμμα, όπως αυτό συμβαίνει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 σύμφωνα με στοιχεία από το Global Footprint Network, γίνεται λόγος για «υπερεκμετάλλευση» καθώς δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή εισαγωγή πόρων στον πλανήτη.

Η υπέρβαση συμβαίνει όταν το οικολογικό αποτύπωμα της ανθρωπότητας είναι μεγαλύτερο από τη βιoϊκανότητα της Γης. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα, το Οικολογικό Αποτύπωμα της ανθρωπότητας ανέρχεται στο 1,75 βιοϊκανότητας της Γης, με τις εκπομπές άνθρακα να αντιπροσωπεύουν το 60% του Οικολογικού Αποτυπώματος.

Η Ημέρα Υπέρβασης της  Γης σηματοδοτεί την ημερομηνία κατά την οποία η απαίτηση της ανθρωπότητας για οικολογικούς πόρους και υπηρεσίες (Οικολογικό αποτύπωμα) σε ένα δεδομένο έτος υπερβαίνει αυτό που μπορεί να αναγεννήσει η Γη εκείνο το έτος (βιοϊκανότητα). Το 2019, ήταν στις 29 Ιουλίου.